Τρίτη πρωί με ‘πηδάνε’: «Πρέπει να είσαι στο Παρίσι την Παρασκευή 09:00 έως 17:00 απαραιτήτως». Το δικό μου πρόγραμμα έλεγε άλλα: «Αναχώρηση Παρασκευή βράδι για Ηράκλειο. Σάββατο στο Ρέθυμνο με τον ΙΚΑΡΟ ΕΣΠΕΡΟ. Επιστροφή και διανυκτέρευση στο Ηράκλειο. Κυριακή με την ΚΑΛΛΙΘΕΑ στον Ατσαλένιο. Κυριακή βράδι στο πλοίο. Δευτέρα πρωί Αθήνα». Πέμπτη απόγευμα είχα και δουλειά στην Αθήνα. Άρα έπρεπε να φύγω για Παρίσι το νωρίτερο στις 7 το απόγευμα της Πέμπτης. Τέτοια πτήση ΔΕΝ υπάρχει. Πετάω λοιπόν στις 7 το απόγευμα της Πέμπτης για Μόναχο. Φτάνω 20:30 τοπική ώρα και πάω για ύπνο στο μοναδικό ξενοδοχείο του Αεροδρομίου. Τα SMS πέφτουν βροχή: «Προδότη, πουλητάρι, παράτησες την ΚΑΛΛΙΘΕΑ και τον ΕΣΠΕΡΟ και τρέχεις στα Παρίσια. Τσακίσου και γύρνα στην Αθήνα το Σάββατο το μεσημέρι, να προλάβεις τουλάχιστον τον αγώνα της ΚΑΛΛΙΘΕΑΣ». Μα ΠΩΣ να γυρίσω; Θα είμαι στο Παρίσι και ΔΕΝ θα πεταχτώ Σαββατοκύριακο στο Λονδίνο να δω τον γιο μου, που μου έχει πει στο τηλέφωνο «Έλα, ΘΕΛΩ να σε δω»; Πετάω από Μόναχο στις 06:30 το πρωί της Παρασκευής. Είμαι στη δουλειά στο Παρίσι στις 09:30. Τελειώνω στις 13:00. ΔΕΝ υπάρχει θέση σε ΚΑΝΕΝΑ τρένο Παρίσι-Λονδίνο το απόγευμα της Παρασκευής. Τηλεφωνώ στον γιο μου: «Τρέχα στον σταθμό του Λονδίνου και κλείσε μου με το Βρυξελλιώτικο Γιούροσταρ, 21:05 από Λιλ. Στη Λιλ θα καταφέρω να φτάσω από Παρίσι». Πάμε για φαγητό στο Παρίσι με τον Νίκο σ’ ένα Λιβανέζικο στη γειτονιά του (Λα Μοτ-Πικέ Γκρενέλ). Στις 16:30 φεύγω για Γκαρ ντυ Νορ. Στις 17:28 ανεβαίνω σ’ ένα Τε Ζε Βε και στις 18:25 είμαι στη Λιλ. Βολτάρω. Στις 21:05 ανεβαίνω στο Γιούροσταρ και στις 21:33 (ώρα Αγγλίας) με περιμένει ο γιός μου στον σταθμό Σαιντ Πάνκρας Ιντερνάσιοναλ του Λονδίνου. Πάμε στο καινούργιο του σπίτι, δίπλα στο Έμιρεητς της Άρσεναλ, σταθμός Χόλοουεϋ Ροντ, αφήνουμε τη βαλίτσα και μπαίνουμε σε μια παμπ. Έτσι κυλάει η νύχτα της Παρασκευής. Το Σάββατο κατά τις 17:00 (ώρα Αγγλίας) πίνουμε καφέ στο κιόσκι του Σεντ Τζέημσεζ Παρκ. Χτυπάει το τηλέφωνο. Είναι η «αποστολή» μας στην Κρήτη: «Νικήσαμε 77-51 στο Ρέθυμνο. Πάμε για φαγητό και τα λέμε αύριο από το Ηράκλειο». Κλείνω. Ανεβαίνουμε σ’ ένα καραβάκι από τη σκάλα της Ουεστμίνστερ Μπριτζ και σαλπάρουμε προς το Γκρήνουϊτς. Κυριακή πρωί 09:43 αναχωρώ από Λονδίνο για Λιλ, στην οποία φτάνω στις 12:24 (ώρα Γαλλίας). Πίνω ένα καφέ, ανεβαίνω στο Tε Ζε Βε στις 13:35 και στις 14:20 είμαι στο Αεροδρόμιο του Παρισιού. Η πτήση μου για Αθήνα είναι στις 17:05 μέσω Μονάχου. Έχω λοιπόν χρόνο για έναν ακόμη καφέ. Στις 16:00 σηκώνομαι, παίρνω το τρενάκι του αεροδρομίου και από τον σιδηροδρομικό σταθμό του αεροδρομίου πηγαίνω στο Τέρμιναλ 1, από το οποίο θα αναχωρήσω. Ψάχνω για τσεκ-ιν. Κοιτάω τον πίνακα. Η πτήση Λουφτχάνσα για Μόναχο έχει ακυρωθεί. ΠΩΣ και ΓΙΑΤΙ; «Η ηφαιστειακή τέφρα σκέπασε το Αεροδρόμιο του Μονάχου» μου λένε. Στα γκισέ της Λουφτχάνσα επικρατεί το γνωστό χάος αυτών των περιπτώσεων. Τηλεφωνώ από το κινητό στο γραφείο της Λουφτχάνσα στην Αθήνα. Είμαι σε αναμονή. Δέκα λεπτά. Είκοσι λεπτά. Μισή ώρα. Το κινητό έχει ανάψει. Καίει. Κάποια στιγμή επικοινωνώ. Μου κλείνουν θέση με τη Σουίς στις 11:00 της Δευτέρας μέσω Ζυρίχης. Ανακουφίζομαι. Παίρνω τηλέφωνο τη γυναίκα μου στην Αθήνα και τους γιους μου σε Αθήνα και Λονδίνο να τσεκάρουν τα e-mail μου για επιβεβαίωση. Η ώρα έχει φτάσει 17:00 ώρα Γαλλίας (18:00 ώρα Ελλάδας). Μπαίνω στον Προαστιακό (RER) και κατευθύνομαι από το Αεροδρόμιο του Παρισιού στον σταθμό Γκαρ ντυ Νορ. Το ημίχρονο στον Ατσαλένιο πρέπει να έχει τελειώσει. Τηλεφωνώ στον Σταύρο. «Μηδέν-μηδέν» μου λέει. Κατεβαίνω στον Γκαρ ντυ Νορ. Περνάω απέναντι. Μπαίνω σ’ ένα ξενοδοχείο. Αφήνω τη βαλίτσα. Ξαναβγαίνω. Πριν μπω στο μετρό ξαναπαίρνω τον Σταύρο. «Διεκόπη» μου λέει. «Έδωσε πέναλτι υπέρ της Καλλιθέας, του την πέσανε, το πήρε πίσω, πέσανε κάτι ψιλές και τώρα είναι στα αποδυτήρια». Παίρνω το μετρό. Κατευθύνομαι στο Μπερσί. Στο Σατλέτ βγαίνω από το τρένο για ν’ αλλάξω γραμμή. Ξανατηλεφωνώ. «Ξανάρχισε και το φάγαμε. 0-1». Όχι ρε πούστη. ΤΙ με νοιάζει εμένα ο Ολυμπιακός, η Μπαρτσελόνα, η Τσε Ες Κα και η Παρτιζάν ΜΑΖΙ; Έφαγε γκολ η Καλλιθέα στο παιχνίδι της ΧΡΟΝΙΑΣ; Βγαίνω στον σταθμό του Μπερσί. Κάθομαι έξω σ’ ένα τραπέζι μπυραρίας, δίπλα στο γήπεδο. Περνάνε μαυραγορίτες. – Πόσο κάνει; – Όσο γράφει: 200 Ευρώ. – Καλά, ακόμα είναι νωρίς. Θα πάρω αργότερα. Η καλή πελατεία, οι «κονομημένοι» Ρώσοι της Τσε Ες Κα, έχουν αποκλειστεί. Στους μαυραγορίτες έχουν ξεμείνει τα εισιτήρια. Όπως καλή ώρα το καλοκαίρι του 2004 στο Οπόρτο, στο Euro 2004, που περίμεναν Αγγλία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία και τους «έκατσε» Ελλάδα-Τσεχία. Νωρίς είναι ακόμα. Αλλά στην Κρήτη πρέπει να τελειώνει. Ξαναπαίρνω τηλέφωνο τον Σταύρο και όχι τους άλλους, που είναι γνωστές «μαυρόγατες». – Νικήσαμε 2-1. – ΠΩΣ έγινε αυτό; – 1-1 στο 88’ και 1-2 στο 93’. – Μπράβο ρε μάγκες. Γυρνάτε από την Κρήτη με δύο διπλά. Πίνω μπύρες. Οι μαυραγορίτες πάνε κι έρχονται. Ξαναρωτάω: – Πόσο κάνει; – Εκατό. – Όταν κατέβει στα πενήντα, φωνάξτε με. Γελάνε, αλλά ξέρουν ότι ΑΥΤΟ θα συμβεί. Η ώρα είναι επτάμιση το απόγευμα. Παίρνει τηλέφωνο ο Καράμπελας: – Που είσαι; – Έξω από την τρύπα του μετρό, δίπλα στο γήπεδο, έξω, στη μπυραρία. – Φτάνω κι εγώ τώρα. Έρχεται. – Καλά, τι κάνεις εδώ; – Περιμένω τη μαύρη αγορά να κατέβει στα πενήντα για ν’ αγοράσω. – Με πέντε ευρώ μπορείς να το δεις κι από την τηλεόραση, στη μπυραρία. – Από μικρός ήσουν σοφτ. – Φεύγω. – Θα σε δω μέσα. Οκτώ και είκοσι (ο τελικός αρχίζει στις εννιά), καθισμένος έξω από τη μπυραρία βγάζω από την τσέπη ένα πενηντάρικο και το σηκώνω ψηλά. Ορμάνε δέκα. Το δίνω σ’ έναν, παίρνω το εισιτήριο και μπαίνω στο Παλαί ντε Μπερσί. Βγαίνω από το Μπερσί στις 11:20. Παίρνω το μετρό. Κατεβαίνω Σατλέτ. Αλλάζω γραμμή. Φτάνω Γκαρ ντυ Νορ. Μπαίνω στο ξενοδοχείο δώδεκα και δέκα. Για τον Ολυμπιακό ας κλάψουν ΑΛΛΟΙ. Οι χιλιάδες των οπαδών του. Εγώ σήμερα έχω ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΥΣ λόγους να είμαι ΧΑΡΟΥΜΕΝΟΣ. Τα φιλαράκια μου, ο Σταύρος, ο Γιάννης, ο Νίκος, ο δικηγόρος, ο δάσκαλος, ο Θανάσης, μου φέρνουν ΔΥΟ διπλά από την Κρήτη. Τώρα κοιμούνται τον «ύπνο του δικαίου» στο φέρι-μποτ Ηράκλειο-Πειραιά. Δευτέρα πρωί ξυπνάω. Παίρνω τον Προαστιακό για το Αεροδρόμιο του Παρισιού. Αναχωρώ για Αθήνα στις 11:00 μέσω Ζυρίχης. Φτάνω σπίτι αργά το απόγευμα. Πέρασα καλά. Βρέθηκα στο Παρίσι ΠΑΡΑ τη θέλησή μου, αλλά τα αποτελέσματα που ήθελα ΗΡΘΑΝ. Να ΄ναι ΚΑΛΑ τα παιδιά. Δύο προβιβασμοί σε μια χρονιά ΔΕΝ είναι μικρό πράγμα. Μένει ΕΝΑ παιχνίδι. Αυτό της Κυριακής με τον Βύζαντα. Στην Καλλιθέα και στον Έσπερο ΔΕΝ είμαστε πολλοί. Αλλά ΟΣΟΙ είμαστε, είμαστε ΚΑΛΛΙΘΕΑ και ΕΣΠΕΡΟΣ. Κυριακή στις 5 το απόγευμα ΟΛΟΙ στο «Ελ Πάσο» λοιπόν. |
Ο μόνος χαρούμενος Έλληνας στο Παλαί ντε Μπερσί
Leave a Reply